Τετάρτη 21 Ιουνίου 2017

Ιερή Μνήμη

Πατέρα μου αγρότη
πώς τα ήξερες όλα.

Ν' ανασταίνεις παιδιά
να φυτεύεις να σπέρνεις
να ποτίζεις τη γή
να μιλάς με τ' αρνια και τα δέντρα
ν' ακούς την ανάσα του χόρτου
να γυρνάς
φορτωμένος τα βράδια στο σπίτι
να σκορπάς τη χαρά και το γέλιο.

Δεν έγραψες στίχους εσύ.
Και ποτέ μου δε θ' άλλαζα εγώ
με τ' αλέτρι την πέννα.

Μ' απ' τους δυό μας πατέρα
ποιητής μόνο εσύ 'σουν !
Ανάρτηση Χρήστου Παπαδόπουλου

Αφιέρωμα στην γιορτή του πατέρα
Share:

Αλυγαριά

Αλυγαριά..

«Θάμνος φυλλοβόλος, ύψους έως 4m, με αρωματικά φύλλα και άνθη λιλά χρώματος, που εμφανίζονται από Ιούνιο έως Νοέμβριο. Ανθεκτικός στο ψύχος, στα κακής ποιότητας εδάφη, προτιμά ηλιόλουστες θέσεις και εδάφη καλά στραγγιζόμενα». Το Χωριό, ήταν τότε γεμάτο ( δεν ξέρω τώρα ).
- Όταν την μυρίζω θυμάμαι την παιδική μου ηλικία ( Κώστας Νιφορόπουλος ). 
-Και εγώ θυμάμαι τις λούρες από αλυγαριά που μας τσουτσούριζαν τα ποδαράκια για τις αταξίες μας..( Τότα Βαβαρούτα )

Στην φωτογραφία το 1964

Γύρω στο ΄64 :Στις αλυγαριές του Παν. Λ. Νιφοροπούλου, με Αμαλία Βαβαρούτα και Μαρία Ανδριοπούλου...Με παίζανε πολύ αυτά τα κορίτσια μικρούλα! Να είναι καλά!! ( Τότα Βαβαρούτα )






Στην φωτογραφία το 1964-1965

1964-65: στις αλυγαριές της "Αυλής των θαυμάτων" της Αγγέλως με φόντο το σπίτι Φ.Ανδριόπουλου. Πίσω :καθιστός ο Β.Πρεβεζάνος , πίσω του όρθιος ο Ν. Πρεβεζάνος, πιο πίσω με το άσπρο μπλουζάκι ο Ν. Αθανασόπουλος( "Δεληκάρης")..
Αριστερά ποιος είναι?( μήπως ο Γ. Μουρίκης ?) [ Τότα Βαβαρούτα ]



Στην φωτογραφία δεκαετία του 1970

 
Δεκαετία ΄70: 
Πίσω από τα χαμηλά σπιτάκια υπήρχε ένα πέρασμα μέσα σε αλυγαριές που οδηγούσε στην αυλή του Λάκη Βαβαρούτα και από κει στο Πετροπουλαίικο. Αυτό το πέρασμα είχε ψιλή άμμο και ήταν ένα ακόμα μέρος της γειτονιάς μας στο οποίο με νικούσε κατά κράτος ο Δημητράκης στο "πιαστό-σκαστό"....Στο αδερφάκι μου προσέξτε πώς καμαρώνει με το ρολόι του πατέρα στο αριστερό χέρι ! ( Τότα Βαβαρούτα )





Ριόλος 18-6-2016
Αλιγαριές ανθισμένες ( Ανάρτηση του Κώστα Ανδριόπουλου )
Share:

Το καλοκαίρι

Ήλθες, ήλθες, καλοκαίρι,
κι ο Θεός πολλά
με το άγιο του το χέρι
σκόρπισε καλά.

Στις μυρτιές κρυμμέν’ αηδόνια
ψάλλουν λιγυρά,
και πετούν τα χελιδόνια
μ’ ελαφρά πτερά.

Tα μελίσσια με φροντίδες
δω κι εκεί πετούν
και με χάρη οι χρυσαλλίδες
τ’ άνθη χαιρετούν.

Eις τους κάμπους πρασινίζουν
χόρτα δροσερά,
εις τους λόφους ψιθυρίζουν
τα γοργά νερά.

Eύμορφ’ άνθη στους αέρες
χύνουν μυρωδιά
κι ανθοδέσμες στις μητέρες
φέρουν τα παιδιά. 
(Γεώργιος Βιζυηνός)
Share:

Ποδοσφαιρικό Ταλέντο

Στο ερώτημα εάν το ποδοσφαιρικό ταλέντο γεννιέται ή γίνεται η απάντηση είναι σαφής. Το ποδοσφαιρικό ταλέντο γεννιέται αλλά η ποδοσφαιρική του εξέλιξη του εξαρτάται αποκλειστικά από την προπόνηση.Το ποδοσφαιρικό ταλέντο έχει ιδιαίτερες ικανότητες φυσικές, ψυχικές και νοητικές οι οποίες τον κάνουν να ξεχωρίζει και έχει την ικανότητα να αντιλαμβάνεται τις συνθήκες του παιχνιδιού, να προβλέπει την εξέλιξη των φάσεων και να αυτοσχεδιάζει τις ενέργειες του εκτελώντας τες πάντα σε συνεργασία με τους συμπαίκτες του.

Ο Δημήτρης Π.Οικονομόπουλος(γνωστός και ως Μποτσόνης).
Ένα από τα μεγαλύτερα και αυθεντικότερα ταλέντα του Ελληνικού Ποδοσφαίρου, λένε όσοι είχαν την τύχη να τον δούνε να παίζει ή για την ακρίβεια να "μιλάει" με την μπάλα.






Νίκη Πλάκας – Θρίαμβος Νέου Κόσμου – Πανμοβριακός Ριόλου
Share:

Κυριακή 18 Ιουνίου 2017

ΓΙΑ ΤΗΝ ΓΙΟΡΤΗ ΤΟΥ ΠΑΤΕΡΑ

«Το να είσαι καλός πατέρας δεν είναι κάτι που το κατακτάς μια φορά, χρειάζεται να το παλεύεις και να το κερδίζεις κάθε μέρα».

Ο καλός πατέρας είναι εφοδιασμένος με τόνους υπομονή. Και η υπομονή, στο σπίτι με την οικογένεια, είναι από τα πράγματα που χρειάζονται το περισσότερο. Ο καλός πατέρας είναι παρών. Φυσικά και ψυχικά. Ο καλός πατέρας αφιερώνει χρόνο. Ακόμα και όταν δεν έχουμε χρόνο, και ο λιγοστός χρόνος που θα αφιερώσουμε αν είναι ποιοτικός κάνει διαφορά. O καλός πατέρας ξέρει να παίζει. Γίνεται να μεγαλώνεις παιδιά χωρίς παιχνίδι; Ο καλός πατέρας ξέρει να ακούει. Αν δεν ακούμε τα παιδιά μας, πώς περιμένουμε να μας ακούνε και αυτά; Ο καλός πατέρας δε θεωρεί κάποια πράγματα ως δεδομένες αρμοδιότητες της μητέρας. Ο καλός πατέρας κρατάει το λόγο του. Ο καλός πατέρας συγχωρεί. Ο καλός πατέρας δίνει αγάπη. Πολλή. Ο καλός πατέρας δε μασάει. Από το οργανωμένο χάος που ονομάζεται οικογένεια… Τα παιδιά απαιτούν θυσίες χρόνου και επιλογών, όμως στις ξεπληρώνουν όλες και με το παραπάνω με όλες εκείνες απίστευτες στιγμές που σε αγκαλιάζουν σφιχτά, που σε παίρνουν από το χέρι για να σου δείξουν κάτι, που σου κολλάνε αυτοκολλητάκια στο κινητό, που σε φωνάζουν μπαμπά…μια καθημερινή υπενθύμιση πως η ευτυχία κρύβεται στα μικρά πράγματα. Υπάρχουν εκατομμύρια διαφορετικοί χαρακτήρες γονιών. Υπάρχουν εκατομμύρια διαφορετικοί τρόποι για να μεγαλώσει ένα παιδί. Υπάρχουν εκατομμύρια διαφορετικά «μονοπάτια» στη διαδρομή για την εξέλιξη. Αλλά όταν πρόκειται για την ανατροφή του παιδιού σου, δεν είναι τίποτα πιο σημαντικό από τις ανάγκες του μωρού σου.

Οι πατεράδες μας στις εργατιές του Ριόλου






Share:

Τρίτη 13 Ιουνίου 2017

ΑΦΙΈΡΩΜΑ ΣΤΟΝ ΚΑΘΗΓΗΤΉ ΣΕΙΣΜΟΛΟΓΊΑΣ ΑΓΓΕΛΟ ΓΑΛΑΝΌΠΟΥΛΟ

Ο σπουδαιότερος Επιστήμονας, που ανέδειξε το χωριό μας.

Ο Άγγελος Γεωργίου Γαλανόπουλος, σεισμολόγος , είναι γνωστός παγκοσμίως για την έρευνά του σχετικά με την χαμένη Ατλαντίδα [σύμφωνα με την οποία η μυθική Ατλαντίδα υπήρξε στην περιοχή του Αιγαίου και εξαφανίστηκε από τη μεγάλη έκρηξη του ηφαιστείου της Σαντορίνης και ανέδειξε το νησί μέσα από έναν «μύθο». ] . Γεννήθηκε στο Ριόλο Αχαΐας . Αποφοίτησε από τη Σχολή Θετικών Επιστημών του Εθνικού Πανεπιστημίου Αθηνών το 1932. Του απονεμήθηκε το βραβείο διδακτορικού Σεισμολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών το 1937. Αναλαμβάνει τη διεύθυνση του Γεωδυναμικού Ινστιτούτου του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών το 1949, στα χρόνια του οποίου αναπτύσσεται δίκτυο με 12 σύγχρονους για την εποχή σεισμογραφικούς σταθμούς, θεμελιώνεται ο Ελληνικός σεισμογραφικός σταθμός των Αθηνών στα πλαίσια και πρότυπα του Παγκόσμιου Σεισμογραφικού Δικτύου WWSSN και δημιουργείται το πρώτο δίκτυο επιταχυνσιογράφων [ένας τέτοιος σταθμός βρίσκεται χάρις σ΄ αυτόν στο Χωρίο μας (πίσω από την Εκκλησία ), και υπηρέτησε μέχρι το 1978. Εξελέγη Τακτικό μέλος της Ακαδημίας Αθηνών το 1983.
Το 1959, εξελέγη πλήρης καθηγητής στο Τμήμα Σεισμολογίας, όπου υπηρέτησε μέχρι το 1978. Το 1950, έλαβε μια ερευνητική υποτροφία στο Πανεπιστήμιο του Torontoseis στον Καναδά και το 1951 εργάστηκε στο Εργαστήριο Σεισμολογίας του Caltech στην Πασαντένα της Καλιφόρνια . Έγραψε πολλά επιστημονικά βιβλία με παγκόσμια αναγνώριση σχετικά με σεισμολογία, σεισμοτεκτονική και το σεισμικό κίνδυνο στην Ελλάδα.
Ο Βασίλης Παπαζάχος μέντορας των περισσότερων Ελλήνων σεισμολόγων, δεν ξεχνά , στην αυτοβιογραφία του τον μεγάλο δάσκαλό του, τον αείμνηστο καθηγητή στο Πανεπιστήμιο Αθηνών Άγγελο Γαλανόπουλο, όπου σπούδασε Φυσική και έγινε βοηθός του (1955-1956). Συμπόσιο στη μνήμη Άγγελου. Γαλανόπουλου, έγινε στην Αθήνα, 31 Οκτωβρίου – 2 Νοεμβρίου, 2002.

Τη διεύθυνση του Γ.Ι. αναλαμβάνει, το 1949, ο Καθηγητής Άγγελος Γαλανόπουλος, στα χρόνια του οποίου αναπτύσσεται δίκτυο με 12 σύγχρονους για την εποχή σεισμογραφικούς σταθμούς, θεμελιώνεται ο Ελληνικός σεισμογραφικός σταθμός των Αθηνών στα πλαίσια και πρότυπα του Παγκόσμιου Σεισμογραφικού Δικτύου WWSSN και δημιουργείται το πρώτο δίκτυο επιταχυνσιογράφων.
Share:

Ιστορική Αναδρομή στο γήπεδο του Πανμοβριακού

Δημιουργήθηκε το 1975 και ήταν χωράφι του Χρήστου Βαβαρούτα, που μεταβιβάστηκε στην τότε Κοινότητα Ριόλου (δυνάμει πώλησης). Το γήπεδο αυτό δεν είχε την ίδια μορφή που έχει σήμερα, αφού ήταν «ξερό» και τα τέρματα είχαν διαφορετικό προσανατολισμό.

Παλιά η μία εστία «έβλεπε» προς τα «Μποστάνια» και η άλλη προς την «Αγία Βαρβάρα» ενώ τώρα το ένα τέρμα «κοιτάζει» προς το χωριό και το άλλο προς τους ληνούς των Βαβαρουταίων (Χρήστου και Ντίνου). Το γήπεδο χρησιμοποιείται ως έδρα του «Πανμοβριακού», έχει φυσικό χορτάρι, προβολείς και αποδυτήρια, ενώ ακριβώς δίπλα υπάρχει και μικρός βοηθητικός χώρος. Για την αναφορά των παιχτών, που δοξάστηκαν στο γήπεδο αυτό στη σαραντάχρονη ιστορία του «Πανμοβριακού», δεν επαρκεί ο χώρος και καιροφυλακτεί ο κίνδυνος ν’ αδικηθούν ορισμένοι (οι λάτρεις της στατιστικής θα μπορούσαν να συνεισφέρουν χρήσιμα στοιχεία για τους παίχτες με τη μεγαλύτερη συμμετοχή, τα περισσότερα γκολ, για τους παίχτες που δεν άλλαξαν φανέλα, για τους «ξένους» παίχτες που έπαιξαν με τα χρώματα της ομάδας, για τους μικρότερους και μεγαλύτερους – ηλικιακά – παίχτες κλπ). Έτσι, λοιπόν,το πρώτο φιλικό παιχνίδι δόθηκε το 1975 με αντίπαλο την «ΑΕ Μετοχίου». Το πρώτο επίσημο παιχνίδι δόθηκε τέλη χειμώνα – αρχές άνοιξης του 1976 με αντίπαλο τη «Δόξα Νιφορέϊκων» και το αποτέλεσμα ήταν 1-2 (με γκολ του Κουμανιώτη). Η πρώτη νίκη του «Πανμοβριακού» στο γήπεδο αυτό ήρθε στα «χαρτιά» την τελευταία αγωνιστική της περιόδου 1975 - 1976 για το πρωτάθλημα της Γ’ Ερασιτεχνικής Κατηγορίας, αφού η αντίπαλη ομάδα της «Νίκης Λουσικών» μηδενίστηκε (πρόβλημα δελτίων).

Τέλος, (και σύμφωνα με πληροφορίες των Κώστα Νιφορόπουλου και Κώστα Ανδριόπουλου) υπήρξε κι άλλο ένα γήπεδο, το οποίο βρισκόταν κοντά στη «Βρύση». Άφηνες πίσω σου τη «Βρύση», περνούσες το σπίτι του Βασίλη Αγγελόπουλου και σε μικρή απόσταση ξεπρόβαλε το γήπεδο (ήταν δηλαδή σχεδόν πάνω στον παλιό δρόμο, που οδηγούσε στο χωριό όποιον ερχόταν από Φράγκα μεριά).

Τελειώνοντας τη βόλτα στα οργιολίτικα γήπεδα (με ή χωρίς εισαγωγικά) και προλαβαίνοντας όσους κουράστηκαν, ίσως, είναι πολυτέλεια, σ’ έναν κόσμο που αντιμετωπίζει τα μύρια όσα προβλήματα, να μιλάς για το ποδόσφαιρο. «Για ένα άθλημα που το παιχνίδι είναι «σικέ», που οι «πρόεδροι» το λεηλάτησαν, που οι ψευτοδιανοούμενοι το συκοφάντησαν, που οι κυβερνήσεις το πέταξαν στην εξέδρα. Παρότι όμως το έχουν σφετεριστεί οι μεγιστάνες του χρήματος, το ποδόσφαιρο θα παραμένει πάντα το κατ’ εξοχήν λαϊκό άθλημα». Η άγρια ομορφιά του παιχνιδιού εξακολουθεί να γοητεύει δισεκατομμύρια πιστούς. Παράδοξο μεν, κατανοητό δε… Τα έχουν πει καλύτερα άλλοι. Έτσι, πρόχειρα, δανείζομαι τα λόγια του Αντόνιο Γκράμσι και του Αλμπέρ Καμί : «Το ποδόσφαιρο είναι το βασίλειο της ανθρώπινης ελευθερίας,όσα γνωρίζω περί ηθικής και καθήκοντος, μου τα έμαθε το ποδόσφαιρο».
Share:

''Γήπεδα''

Το ποδόσφαιρο είναι μακράν το πιο δημοφιλές άθλημα στον πλανήτη ( μια θρησκεία χωρίς άπιστους). Η τεράστια απήχησή του, πέραν των άλλων, οφείλεται στους εξής δύο λόγους :α) Έχει γνωρίσματα μιας ιδιότυπης «κοινωνικής δικαιοσύνης» και «δημοκρατικότητας», αφού δεν αποκλείει κανέναν : Ποδόσφαιρο μπορούν να παίξουν και οι κοντοί και οι ψηλοί, αλλά και οι αδύνατοι και οι χοντρούληδες, ακόμη και οι μεγαλούτσικοι (λέμε τώρα….),
β) Για να στηθεί ένα ποδοσφαιρικό παιχνίδι δεν χρειάζεται γήπεδο ολυμπιακών διαστάσεων και όλα τα συμπαρομαρτούντα. Λίγος ανοιχτός χώρος είναι αρκετός, ενώ και η μπάλα δεν είναι ανάγκη να ανταποκρίνεται στις προδιαγραφές της FIFA…
Για του λόγου το ασφαλές – περιδιαβαίνοντας τις παιδικές μου μνήμες (εκεί γύρω στο πρώτο μισό της δεκαετίας του '70) – θυμάμαι οργιολίτικα «γήπεδα», που ο αγωνιστικός τους χώρος ήταν χωμάτινος, τσιμεντένιος ή με αγριόχορτα, χωρίς πλάγιες γραμμές, μικρή και μεγάλη περιοχή. «Γήπεδα», που δεν είχαν δοκάρια και δίχτυα, αλλά την εστία του τέρματος οριοθετούσαν πέτρες ή καλάμια. Δεν υπήρχαν θεατές – αφού σημασία είχε μόνο η συμμετοχή – και ο «εξωφυλαρούχας» ήταν κάτι σαν λεπρός. Μόνον κάτι αργόσχολοι έκαναν το κομμάτι τους, μιμούμενοι τους εκφωνητές του Β’ Προγράμματος ή της ΥΕΝΕΔ. Δεν υπήρχε διαιτητής και «οφσαϊντ»…

Οι αμφισβητούμενες φάσεις επιλύονταν με συναινετικές διαδικασίες (ούτε θέλω να θυμάμαι τι γινόταν, όταν δεν έβρισκε χώρο η συναίνεση…). Φυσικά δεν υπήρχε χρονόμετρο… Το παιχνίδι έληγε, όταν κάποια ομάδα έβαζε 12 γκολ ή όταν το σκοτάδι απλωνόταν στο γήπεδο. Οι ομάδες φτιάχνονταν λίγο πριν ξεκινήσει το παιχνίδι («διπλό» ή «μονότερμα») και η δημιουργία τους αφηνόταν συνήθως στην τύχη (οι «αρχηγοί» διάλεγαν εναλλάξ τους παίχτες που θα στελέχωναν την ομάδα τους, φροντίζοντας ωστόσο να υπάρχει μια σχετική ισορροπία, ικανή και αναγκαία συνθήκη για ένα αμφίρροπο ματς). Οι παίχτες δεν έπαιζαν σε συγκεκριμένη θέση, υπήρχε και «μπακότερμα» (αυτοσχεδιασμός ή ολοκληρωτικό ποδόσφαιρο…), δίχως προπονητή… Οι παίχτες των ομάδων δεν είχαν καμία ιδιαίτερη στολή, έπαιζαν με τα καθημερινά τους ρούχα… καλά - καλά ούτε ποδοσφαιρικά παπούτσια δεν υπήρχαν, αρκεί να φορούσες κλειστά παπούτσια (η χαρά του τσαγκάρη…), ακόμη και γαλότσες (εξού και η παράφραση του διαφημιστικού σλόγκαν της PUMA : «γαλότσες φοράμε και πετάμε!!»). Η μπάλα δεν ήταν δερμάτινη (πού τέτοιες πολυτέλειες…). Τις περισσότερες φορές ήταν πλαστική (και μάλιστα «σκασμένη», γιατί έτσι εξασφαλιζόταν η ευθυβολία στα σουτ). Πολλές φορές αντί για μπάλα (καταραμένη φτώχεια…) το παιχνίδι παιζόταν με κουκουνάρα ανοιγμένη (μετά την αφαίρεση των καρπών/ «κουκουζέλια») και κυπαρισσόμηλο (οι παλιότεροι χρησιμοποιούσαν και τη «φούσκα» του γουρουνιού μετά το τελετουργικό «μουνούχισμα» του χοίρου, αλειμμένη με λίπος ή μπάλα με κουρέλια).
Ώρα λοιπόν να ταξιδέψουμε σε μερικά «γήπεδα», στα οποία έλαμψε το άστρο ορισμένων συγχωριανών, που μίλαγαν στην μπάλα με τα τσαλίμια τους (δεν αναφέρω κανέναν, για να μην αδικήσω τους υπόλοιπους), αλλά και η αγαρμποσύνη κάποιων άλλων.
Αβάντι μαέστρο :
  • 1) «Στην άσφαλτο».Μετά την τσιμεντόστρωση του δρόμου, που άρχιζε από το τωρινό μαγαζί του Λεωνίδα του Λάμπρου ως το σπίτι του Παναγιώτη του Παπαδόπουλου (η περίφημη οδός Λυκούργου!) έλαβαν χώρα επικές αναμετρήσεις στο τμήμα του δρόμου μπροστά από το σπίτι του Γιώργη του Μπαγουλή. Οι μαντρότοιχοι που υπήρχαν κατά μήκος των πλαγίων γραμμών μετατρέπονταν σε συμπαίχτη, αφού με την κατάλληλη καραμπόλα (κάτι σαν «ένα-δύο») μπορούσες να βρεθείς σε θέση βολής. Τραυματική προσωπική εμπειρία : Ενώ μετέφερα κάτι κεσέδες με γιαούρτι, τόλμησα να διασχίσω το «γήπεδο» εν ώρα αγώνα. Δεν ήθελε και πολύ… Μια «απέκρουση» ή μία διαξιφιστική λόμπα και έγινα σαν τον Βασίλη Διαμαντόπουλο στην ταινία «Νόμος 4000» (κάποιος αλητάμπουρας που εκτελούσε χρέη εκφωνητή ανέκραξε : «το γήπεδο άσπρισε!»).
  • 2). Μπροστά στον Αγιάννη : Έξω από τα σπίτια του δασκάλου του Ορφανού και του Ντίνου του Οικονομόπουλου. Κυρίως παιζόταν μονότερμα μετά τον εσπερινό… Τσιμέντο… Ο νικητής μπορούσε να επικαλεσθεί ότι μεσολάβησε η βοήθεια του Αγίου, ενώ ο ηττημένος είχε την ελπίδα ότι την επομένη φορά οι επουράνιες δυνάμεις θα είναι με το μέρος του.
  • 3) Στη «Ζέμπα», δυτικά του παλιού γηπέδου : Χωράφι, μάλλον Πρεβεζανέϊκο, με αγριόχορτα. Δεν πολυχρησιμοποιήθηκε… Θυμάμαι έναν αγώνα με τα παιδιά από το Καγκάδι, Κυριακή απομεσήμερο. Σκαστός από το σπίτι (η απόδοσή μου, κλασσικά, κάτω του μετρίου…)
  • 4) Στο Παραδείσι : Στο ύψος του ελαιοτριβείου του Κεφάλα, πίσω από το σπίτι του Παύλου και της Μαριγούλας. Χωράφι Παπαθανίδη, με αγριόχορτα… Ο χώρος ήταν μεγάλος, θα μπορούσε να γίνει και κανονικό γήπεδο. Δεν πολυχρησιμοποιήθηκε, γιατί λίγο μετά δημιουργήθηκε το σημερινό γήπεδο του Ριόλου.
  • 5) Στο «Μπακαλειό» : Ανάμεσα στο «Μπακαλειό», το λόφο του Κάστρου, το Νεκροταφείο και τον «Σκατιά» χωράφι πρώην ιδιοκτησίας Ράλλη και νυν Σπύρου Πετρόπουλου. Με χώμα… Ο αγωνιστικός χώρος είχε και γέρικες ελιές που έπαιζαν, ανάλογα, το ρόλο του συμπαίχτη ή του αντιπάλου, αλλά και του εμποδίου, όταν σκάλωνε η μπάλα στα κλαριά τους. Ίσως το «γήπεδο» που άντεξε περισσότερο στο χρόνο.
  • 6) Στο προαύλιο του Δημοτικού Σχολείου : Στην πάνω μεριά… Το «γήπεδο» είχε σχήμα «γάμα», αφού το ένα τέρμα ήταν μπροστά στη βρύση και το άλλο μπροστά από το οικόπεδο του Λέλου (αγώνες δίνονταν και μπροστά από το «γιαπί» της «αποθήκης», εκεί που παλιά ήταν κήπος). Το παιχνίδι στο σχολείο γινόταν είτε ανάμεσα στην Ε’ και ΣΤ’ τάξη (με τις απαραίτητες προσθαφαιρέσεις) είτε ανάμεσα στον «Αγιώργη» και το «Παραδείσι» (όσοι έμεναν πάνω από τον κεντρικό δρόμο, που διασχίζει το χωριό, έφτιαχναν τον «Αγιώργη», ενώ οι κάτω από το δρόμο το «Παραδείσι»). Οι δάσκαλοι απαγόρευαν δια ροπάλου το παιχνίδι με πραγματική μπάλα. Ο κάτοχος της μπάλας, μετά το σαδιστικό σκίσιμό της, έτρωγε κι ένα ξεγυρισμένο μπερντάχι. Μοιραία λοιπόν το παιχνίδι γινόταν με κουκουνάρα ή κυπαρισσόμηλο (που παραδόξως επιτρεπόταν) και έτσι η'' μπάλα ''παιζόταν πάντα κάτω, αφού, (πέρα από την αντικειμενική αδυναμία για ψηλό παιχνίδι) κεφαλιές με κουκουνάρα ή κυπαρισσόμηλο, ήταν οδυνηρές και άφηναν «κοκότες» (καρούμπαλα).Μετά τη δημιουργία του σημερινού γηπέδου του Ριόλου, όλα τα «γήπεδα» έπεσαν σε μαρασμό. Τα παιδιά του Ριόλου σήμερα πατάνε χορτάρι, βλέπουν τη μπάλα να σπαρταρά στα δίχτυα, έχουν προπονητή και ακολουθούν τα συστήματα. Πιστεύω να επιβιώνει ακόμη μέσα τους η ποδοσφαιρική «αλητεία» και ο τσαμπουκάς των παλιότερων, γιατί δίχως αυτά το ποδόσφαιρο γίνεται απελπιστικά «κυριλέ»…
Share:

40 χρόνια Πανμοβριακός

'' Του εν Ριόλω Αχαΐας Αθλητικό Σωματείο υπό την επωνυμία «ΠΑΝΜΟΒΡΙΑΚΟΣ Α.Ο.» με έδρα το Ριόλο Αχαΐας''.

Σκοπός του σωματείου είναι η σύμμετρος και αρμονική ανάπτυξη των σωματικών και ψυχικών δυνάμεων και δεξιοτήτων των μελών και ή δημιουργία ισχυρών και ηθικών χαρακτήρων δια της χρησιμοποιήσεως της γυμναστικής, της αγωνιστικής κλπ ασκήσεων εν συνδυασμό προς την εφαρμογή μορφωτικού προγράμματος επί των αθλουμένων…..Το παρόν καταστατικό εγκρίθηκε κατά τη συνεδρία των μελών της γενικής συνελεύσεως της 17 Μαΐου 1975.

Share:

ΟΔΟΙΠΟΡΙΚΟ ΣΤΑ ΤΟΠΩΝΥΜΙΑ ΤΟΥ ΡΙΟΛΟΥ

O ολοκληρωμένος κατάλογος των εκτός οικισμού τοπωνυμίων του Ριόλου έχει ως εξής:
Αγιαβαρβάρα, Αγιαμονή, Αγιάννης, Αγκινάρα, Αγραπιδιά Πετρόπουλου, Αγραπιδούλα, Αηθανάσης, Αηλιάς, Αηνικόλας, Αλέξηδες, (Α)λογολίβαδα, Άμπουλας, Βαριές, Βαρκά, Βίσαλα, Βουλιάγκοι, Γήπεδο (Αργυρόπουλου και σημερινό), Γιοφύρι (Λυγερού), (Γ)κορ(ι)τσά, Γκούβελος, Γούβες, Δερβενάκια, Δη(ε)μοσιά(ές), Ζέμπα, Ιτιές, Καμίνια (Δραγάτα), Καλογερικό, Καταράχια, Κεντρώματα, Κλαδευτηράς, Κουβέλι, Λαγκάδι, Λάζος (Λυγερού), Λαμπρόγιαννη, Λαμπροφόρα, Λεύκα, Λιοστάσια, Λιτρόραχο, Λόγγος, Λυγερά, Μαρτούρενα, Μπαμπακιά, Μποστάνια, Μπότσικα, Μύλος Πετρόπουλου, Ντόβοβο, Ξυλόκαστρο, Παλιάμπελα, Παπαχρηστόπουλου, Πηγάδα Μελιδώνη, Πλάκες, Πλάτανος, Πόρος Λαγού, Ρουπάκια, Σκιαδαρέση, Σπυρακόπουλου, Τζέρος Σαγιά, Φλαμή, Φράγμα, Χούνη, Ψαράδες.

Παρατηρήσεις:

1) Η διαδικασία «γένεσης» των τοπωνυμίων είναι αέναη και συνεχής. Τρανταχτό παράδειγμα για την περίπτωσή μας είναι το «Φράγμα» και το (νέο) «Γήπεδο», που δημιουργήθηκαν τα τελευταία σαράντα (40) χρόνια και ονοματοδότησαν τις περιοχές, επισκιάζοντας ίσως παλαιότερες ονομασίες.

2) Παρότι ήθελα να αποφύγω να αναφέρω τοπωνύμια (εκτός οικισμού) με την κατάληξη - έϊκα και με θέμα το επώνυμο ή το παρατσούκλι οικογενειών (γιατί θα τραβούσε σε μάκρος ο κατάλογος), εν τούτοις, συμμορφούμενος και με το σκαρίφημα, στον παρόντα κατάλογο υπάρχουν τέτοια τοπωνύμια…

3) Αν εξαιρεθούν ορισμένα ξενικής προέλευσης τοπωνύμια, τα οποία ωστόσο έχουν "εξελληνιστεί" (λχ Δερβενάκια, Μποστάνια, (Γ)κορ(ι)τσά), υπάρχουν ελάχιστα ξενόγλωσσα τοπωνύμια (με όσα αυτό συνεπάγεται για την μελέτη της ιστορίας του χωριού), για τα οποία προσεχώς (και με την ανοχή των φιλολόγων και γλωσσολόγων…) θα επιχειρηθεί η ερμηνεία των ονομασιών τους.

( Νεοκλής Δημόπουλος )

Share:

Δευτέρα 12 Ιουνίου 2017

Ο ΡΙΟΛΟΣ ΕΚΠΡΟΣΩΠΕΙΤΑΙ ΣΤΟ ''ΚΟΙΝΟΝ ΤΗΣ ΕΠΑΡΧΙΑΣ ΗΛΙΔΟΣ''

''Ο Γεώργιος Σισίνης τον Μάιο του 1824, σύστησε μια αρχή που θα επέβλεπε τα κοινά και την αποκάλεσαν «Κοινόν της Επαρχίας Ήλιδος». Θέλοντας να διαδραματίσει τον πρωτεύοντα ρόλο στα νέα δεδομένα ο Σισίνης ζήτησε μια έγγραφη διαβεβαίωση από τους ελεγχόμενους από αυτόν πρόκριτους".

Σεβαστή Διοίκησις.
Άδικον είναι και αμάρτημα μέγιστον όταν εις τους φιλογενείς και κοινωφελείς άνδρες δεν αποδίδεται η προσήκουσα ευχαρίστησης και ο άξιος έπαινος για τους καθημερινούς αγώνας οπού δοκιμάζουν υπέρ της ευνομίας και αρίστης Διοικήσεως των καθηκόντων παντός του γένους μας και κατά μέρος της τοπικής επαρχίας και ανταμοιβήν των τοσούτων τους θυσιών και κόπων, και εις παράδειγμα. Δια τούτο και ημείς όλοι οι κάτοικοι της επαρχίας Γαστούνης, αν σιωπήσωμεν τους κόπους, μόχθους, αγώνας, και την άγρυπνον μέριμναν υπέρ της αρίστης διοικήσεως της επαρχίας μας, του φιλογενεστάτου ημών αρχηγού κυρίου Γεωργίου Σισίνη (μ’ όλον οπού η φιλαυτία και οι έπαινοι κοντά εις την ευγένειάν του καμμίαν χώραν δεν έχουσιν).
Βέβαια ο δικαιοκρίτης Θεός θα μας κολάσει ως αχαρίστους, και οι γνωρίζοντες απαθώς τας αρετάς του αρχηγού μας, και τας τριετείς γενικάς εκδουλεύσεις του εξαποφάσεως ήθελε μας κατακρίνουν. Χρέος λοιπόν άφευκτον και απαραίτητον εκπληρούντες, αναφέρομεν πανσεβάστως εις την υπερτάτην διοίκησην την μεγάλην ευχαρίστησιν οπού έχομεν άπαντες μικροί και μεγάλοι υπέρ του αρχηγού μας για να ευχηθεί την φιλογένειαν του και ημείς οι οποίοι και μένομεν ευσεβάστως Δούλοι ταπεινοί.


Τη 5η Μαΐου 1824 εκ Γαστούνης
Οι Δημογέροντες:
(Τ.Σ.) Ιωάννης Σισίνης, Διονύσιος Παπαγιαννόπουλος, αποστόλης μολοχτός, παναγιότης σισίνης, Μαυρομάτης Παυλόπουλος, αβράμος πεπελάσης, γιάνος γάλος, διαμαντής δημακόπουλος, μήτρος γάλος, κωνσταντίνος στανκούκος, αθανάσιος ιερύς ο οικονόμος, Γρηγόριος ιερομόναχος, άνθιμος ιερομόναχος, θεοδωράκης γιατρόπουλος, αντρίκος λάτζης, νικολούτζος γιορντανόπουλος δημήτρης ζεύκης, γιοργάκης μπακαναστάσης, σταμάτις αβραμόπουλος.

Αγηλιάδες: κονσταντής παναγόπλος.
Αγραπιδοχωρι: νικόλαος ιερεύς.
Ακοβίτι: πανάος.
Αλποχώρι: νικολος καλημέρης.
Ανδραβίδα: Θανάσης καραθανασόπλος, αντριάς καραθανάσης.
Ανδρώνι: καπετάν πανος, αναγνωστις.
Απάνω Καβασιλα: Δημήτρις λαγκαδιανός.
Αρβανίτη: αντώνης.
Βαλακα : αποστολης
Βαρθαλαμίον: γιάννης Τζερδήλος, γιάννης μακριδίμας.
Βλαχερνα: ηγουμενος αγαπηος.
Βολαντσα: παπαναγος, αναγνωστης γερανης.
Βούναργο: αντώνιος ιερεύς, αναγνώστης.
Βρανά: γιόργης μίτρας.
Γεράκι: γερο κωσταντής.
Γουμερο: στεργιος.
Δαούτια: δημιτρακις χρονοπουλος.
Δαφνιώτισα: κοσταντης.
Δερβινή: γερομιχαλις.
Δερβίς τσελεπή: αναγνώστης.
Δίβρι με περίχωρα: ασημάκις μπερτος, γιανις κοκαλιαρης.
Δούκα Μηλιές: παπαμιχάλης, αναγνώστης παπά αντώνης.
Επάνω Ξενίαις: γιοργακης.
Ζονγκα:
Ζουλατικα:
Καγκαδι: θανασις κρηνκος.
Καλίτζα: κωνσταντής μαστρογιάννης, αναγνόστης.
Καλολετση: διαμαντής.
Καλύβια επάνω: φάνης ιερεύς, κοστατης κοβάς.
Καλύβια: διμίτρις σπανιόλος.
Καπελετου: παναγιοτης καφετζης.
Καρακούζι: παρασκευάς χρόνις.
Καρατουλα: βασίλης.
Καρδαμάς: νικολας καραμουζης.
Καρδιακάφτι: Χρίστος κλαμαριάς.
Κατσαρου: δαμάσκος.
Κάτω καβάσηλα: ανδρίκος σπηλιότης, γιάννης σιλάΐδης.
Κάτω Ξενίαις: παναγιοτης.
Κελεβη: φοτης κλονης.
Κλινδιά: αντρικος μπαλασκας, νικολος κουντουρης.
Κλυσούρα: γαλανάκος.
Κολοκυθα: νικόλαος.
Κουκουρα: γιανακης ρουσης.
Κούλουγλη: γιοργακις γραματικο πλος.
Κούμανι: κοστας γαγος.
Κουρτικι: γερολιας.
Κρεκούκι; Αναγνώστης.
Λαγανά: παναγιότης στραβόλεμος, μίτρο κολοβούρης.
Λάνθι: κωνσταντής.
Λαντσοϊ: αντωνις χοντρογιανοπουλος.
Λατα: κοσταντής βασιλοπλος.
Λεχαινά: Γληγόρης Χατζηγιάννης, αναστάσης κουρτέσης.
Λοπεσι: θομας.
Λουκαβιτσες: φοτης κανελοπλος, αποστολις αποστολοπλος.
Λυγιά: θοδορίς μιτρόπουλος.
Μαλαπασι: δημητρακις μαραθιας.
Μαλικι: νικολος.
Μαμουτσαούσι: τάσος κανελόπουλος.
Μανωλαδα: παναγος μιτροπουλος.
Μαρινακι: νικολός γιανόπουλος.
Μαρκόπουλο: ανδριάκος.
Μάχου: πανάγος τζεκούρας.
Μιράκα με περιχωρα: αντωνης.
Μισολογγακι: νικολας.
Μοναστηρι Ελεουσα: ηγούμενος κοσταντιος.
Μοναστηρι φραγκοπήδημα- μοναστηρι κρεμαστή: ηγουμενος καλλινικος.
Μουζακι: βασίλης.
Μουζίκα: αντονης.
Μουσουλούμπεη: διονίσιος διμόπουλος, λιάκος διαμαντόπλος.
Μπαρμασενες: παπαθανάσιος παπά.
Μπάστα: αντρικος.
Μπεζαΐτι: κισταντης ματζονιας.
Μπεντενι: νεροπανος.
Μπεντενια: γεροθανος.
Μπεσερέ: αντώνις.
Μπορσι: γεοργακις πανουτζοπουλος.
Μπρατι: θανασις αληβιζοπλος.
Μπρούμα: αναγνώστις κοκορακης.
Νιοχώρι: γιώργις ψυχογιός.
Ξυλοκέρας: αναστάσης μπαπάλης.
Παληοπολις: αναγνωστης αναστοπλος, θεοχαρις σπιλιοπλος.
Περα Μετοχι: γκοφανος.
Πλατανος: σωτηρις.
Πουρνάρι: αναστασις σπιλιωπουλος.
Πυρι: σπηρο….
Ρετεντού: νικολός.
Ρετουνη: αναστασης γωτης.
Ριολος: μίχος.
Ρουπακιά: παναγιοτης.
Ρωμεσι: παπαδημακις, η μιχας.
Σαβάλια: πανάγος ταμπακόπλος, θεδορίς μπουρσός.
Σαμπάναγα: φότις τζιτζινας, γερο αντριας.
Σελήμ τσαούση: καραγιάννης
Σιμοπουλο με περίχωρα: βασηλης αντριοπουλος.
Σκιαδά: νικολός αβραμοπουλος.
Σκληρού: νικολος παπαδοπλος.
Σκλιβα: γιοργος κοτσομητρος.
Σούλι: αναγνωστης παπαδοπουλος.
Στρεφι: πανάγος.
Στρούσι: νικολός λατας.
Σώπι: γιανακης.
Σωστη: πανουτζος
Ταταραλη: γεροσταθης.
Τραγανό: αναγνωστης βοτζος.
Τρουμπέ: διονισιος λαμπρόπουλος, σπιρος βαλμάς.
Φεγγαρακι: μιτρος.
Φλοκα: ανδρεας.
Χατζηδες: νικόλας.
Χελιδόνι: ιωάνις.
Χελμη: νικολος αλεξοπουλος.
Ψαρι: βασιλις σμιρνιοτις.
Ώλενα: κωσταντης κούρβης.

(Σημείωση: Η ορθογραφία παρέμεινε ως είχε, ενώ τα χωριά έχουν καταχωρηθεί με αλφαβητική σειρά.)''
( Νεοκλής Δημόπουλος )
Share:

Λάρισσος ή Λυγερός


Αν ''η άκρα Άραξος'' είναι το παραλιακό όριο ανάμεσα στην Ηλεία και την Αχαΐα και ειδικότερα τη Δύμη (βλ. Στράβων Γεωγραφικά VIII. 2.2,3, 3.4 και 7.5), προς τα μεσόγεια στα χρόνια του Παυσανία είναι ο Λάρισος ποταμός (βλ. Παυσανίας 6.26.10 ''… και Ηλείοις όροι προς Αχαιούς της χώρας ο ποταμός έστιν εφ’ ημών ο Λάρισος…'' και 7.17.5''… Αχαιοίς δε όροι και Ηλείοις της χώρας ποταμός τε Λάρισος…''). Και ο Στράβων όμως παλιότερα γράφει ότι τη χώρα της Δύμης την διαιρεί από την Ηλεία ο Λάρισος, ο οποίος ρέει από το βουνό Σκόλλη, που μερικοί ταυτίζουν με την επική Ωλενίην Πέτρην (βλ. Στράβων ΧΙ.5.19 ''… ο την Ηλείαν από Δύμης διορίζων Λάρισος ποταμός…''και VIII 7.5 ''… Διαιρεί δ’ αυτήν (Δύμην) από της Ηλείας κατά Βουπράσιον ο Λάρισος ποταμός, ρέων εξ όρους τούτο δ’ οι μεν Σκόλλιν καλούσιν, Όμηρος δε πέτρην Ωλενίην…''). Το Λάρισο ως φυσικό ή πολιτικό όριο ανάμεσα στις δύο χώρες γνωρίζει και ο Λίβιος (ΧΧVII 31.11) παλιότερα και ακόμα και ο Ξενοφών που αναφερόμενος στα γεγονότα του 402 π.Χ. γράφει ότι ο ''… Άγις ενέβαλε δια της Αχαΐας εις την Ηλείαν κατά Λάρισον...'' (βλ.Ελλ. ΙΙΙ 2.23). Το όνομα Σκόλλις ταιριάζει στο βουνό Σαντομέρι, έναν πολύ απότομο, μακρόστενο και ψηλό βράχο. Από αυτό όμως δεν πηγάζει κανένα ποτάμι που θα μπορούσε να θεωρηθεί όριο ανάμεσα στην Ηλεία και την Αχαΐα και θα το συναντούσε μάλιστα κανείς πηγαίνοντας από την Ήλιδα στη Δύμη. Οι εκατέρωθεν λεκάνες, στα ανατολικά και τα δυτικά του, αποστραγγίζονται προς τα νότια προς τον Πηνειό, ενώ ο Λάρισος χυνόταν στη θάλασσα κατά Βουπράσιον και προφανώς βορειότερα από τον Πηνειό. Όλα τα ρέματα που κατεβαίνουν στη θάλασσα (ή στα κοντινά έλη και τενάγη) ανάμεσα στον Πηνειό και τον Άραξο κινούν από το χαμηλότερο και πλατύτερο βουνό Μόβρη. Από αυτό πρέπει να πήγαζε και ο Λάρισος. Ή λοιπόν είναι λανθασμένη η πληροφορία του Στράβωνα ή κατά συνεκδοχήν θα ονομαζόταν Σκόλλις ολόκληρο το ορεινό σύμπλεγμα που περιλαμβάνει τη Μόβρη.
Ο Παυσανίας σημειώνει (6.26.10), ότι ερχόμενος κανείς από την Ήλιδα συναντάει τον Λάρισο σε εκατόν πενήντα επτά στάδια. Ο μη στρογγυλός αριθμός και το συγκεκριμένο της έκφρασης, δείχνει πως πιθανότατα την πληροφορία την έχει από ''αντικειμενική'' βεβαίωση, δηλαδή από οδοδείκτες, ''μιλλιάρια''. Στην εδώ περίπτωση φαίνεται ότι τα ''μιλλιάρια'' έδιναν απόσταση επί της λεωφόρου του κατασκευασμένου αμαξιτού δρόμου. Ο συνδυασμός της πληροφορίας του με τις πιο πάνω επέτρεψε από νωρίς να ταυτισθεί ο Λάρισος με το ονομαζόμενο Ρέμα Μάννα (Baladie, Le Peloponnese de Strabon, Paris 1980, 67 π. αρ., 117-120), πραγματικό αέναο ρέμα που ξεκινά από την περιοχή της Ματαράγκας (''Γιαχαλέϊκα'') περνάει από το Καγκάδι, τον Ριόλο και το Λάπα και χύνεται στα έλη κοντά στο Μετόχι. Το πιο πιθανό είναι πως στα αρχαία χρόνια τα έλη αυτά θα εκτείνονταν και ανατολικότερα, στην περιοχή του σημερινού αεροδρομίου και ως τις Μακριές Λίμνες. Είναι πιθανό πως μόνο μια στενή λωρίδα σταθερού εδάφους ένωνε το συγκρότημα των υψωμάτων Μαύρα Βουνά με τα χαμηλά υψώματα στο Λιμανάκι. Αλλά και νοτιότερα από αυτό, ανατολικά από το ποτάμι, σε πολλές περιοχές πρέπει να λίμναζαν τα νερά. Ακόμη και στον χάρτη της Γεωγραφικής Υπηρεσίας Στρατού του 1963 μπορεί να δει κανείς εκτάσεις ελώδεις νότια από το Κάτω Λιμνοχώρι, πιο πέρα δυτικά του και ανάμεσα σε αυτό και την Κάτω Αχαγιά. Είναι φανερό, ότι οποιαδήποτε στρατιωτική κίνηση ανάμεσα στη Δυμαία χώρα και την Ηλεία θα έπρεπε να διαβεί το Λάρισο. Και από αυτό προκύπτει ότι η αναφορά του Ξενοφώντα που λίγο πιο πάνω μνημονεύσαμε, δεν δηλώνει κατ’ ανάγκην πως το ποτάμι ήταν και τότε θεσμικό όριο ανάμεσα στις δύο επικράτειες. Θα μπορούσαμε λοιπόν να καταλήξουμε, πως τα φυσικά όρια ανάμεσα στην Ηλεία και την Αχαΐα στην πλευρά αυτή είναι η περιοχή του Λάρισου και τα προς τα βορειο-βορειοδυτικά έλη.
Share:

"Ο Τόπος που γεννήθηκα"

''Ο τόπος που γεννήθηκα

Δεν ήταν και τόσο λαμπερός

Ίσα ίσα...

Ένας αέρας υγρός

Σαν ανάσα πληγωμένου

Μια πληγή σε αργή κίνηση

Πρόσωπα και χέρια όμως ξερά

Σκασμένα σαν διψασμένη γη

Από την πολλή δουλειά

Αγρότες

Από τη γη καμπουριασμένοι

...ηττημένοι

Διασκέδαζαν

Πίνοντας ρακί

Και παίζοντας χαρτιά

Στο καφενείο

Οι γυναίκες τους

Μεγάλωναν τα παιδιά

Μαγείρευαν

Έκαναν τις δουλειές του σπιτιού

Και στα διαλείμματα

Έβλεπαν τι έκαναν

Οι άλλες γυναίκες

Οι νέοι κοίταζαν συνέχεια

Τον ορίζοντα μακριά

Τα παιδιά και οι γέροι

Τον ουρανό

Σαν κάτι να περίμεναν

Στον τόπο που γεννήθηκα

Η ζωή ήταν στενή, σκοτεινή

Σαν σήραγγα

Έτσι ήταν μάλλον λογικό

Που είχαμε τόσο πολλούς μπεκρήδες

...Και το τραγούδι χαμηλά

Το ουρλιαχτό ψηλά

Στο φεγγάρι

Ο χορός με γυμνές πατούσες

Που μάτωναν στο χώμα

Κι όποιου δεν του άρεζε

Έπρεπε να φύγει

...Στην πολιτεία

Ο τόπος που γεννήθηκα

Τους χειμώνες

Βούλιαζε στη λάσπη

Και οι άνθρωποι έκαναν υπομονή

Μπροστά σε μια ισχνή φωτιά

Την άνοιξη

Έδεναν στα κλαδιά κόκκινες κορδέλες

Και περίμεναν την Ανάσταση

Που δεν ερχόταν ποτέ

Το καλοκαίρι

Έσταζαν ιδρώτα

Τους έτρωγαν τα κουνούπια

Και έψαχναν για σκιά, ένα μέρος να κρυφτούν

Το φθινόπωρο

Ήταν όμορφο το φθινόπωρο

Πάντα είναι
Αλλά τον τόπο που γεννήθηκα

Δεν θα τον έλεγες όμορφο

Ήταν άσχημος, μισότυφλος, κουτσός

Σημαδεμένος

Απ’ το σκουριασμένο ξυράφι

Της αχλής των αιώνων

Μα ήταν, είναι ο τόπος μου

Και αγαπάω να τον μισώ, να τον αγαπώ.''
[Μέσα από το βιβλίο του Saunterer ''Εκεί που ο
λυκοκτόνος ανθίζει'', εκδόσεις orphan drugs]
Share:

ΕΝ ΡΙΟΛΩ

Τα πεύκα της θάλασσας δεν φτάνουν ως εδώ. Μόνον τα παιδικά μου χρόνια πρόλαβαν ν’ αφουγκραστούν τη μουσική τους (αμέριμνη γεύση γλυκού του κουταλιού, που ξεχάστηκε στον ουρανίσκο…). Αμέτρητα μεροδούλια, ντάλα μεσημέρι, που μυρίζουν ακόμα σταφίδα και θειάφι, τραχιές φωνές και άγουρη σάρκα αγοριών, που κυνηγάνε τζιτζίκια. Αμέτρητα μεροκάματα, που έγιναν κολαρισμένες προίκες, οικόπεδα εκτός σχεδίου και αταξίδευτα όνειρα. Στα καφενεία, χρόνια τώρα, ίδιος και απαράλλαχτος ο φόβος της βροχής κρεμασμένος στον τοίχο σαν παλιά φωτογραφία, παρέα με αξύριστες φάτσες, που παζαρεύουν τα φορτώματα… τις μέρες που σκορπάνε και χάνονται μπροστά σε μισάνοιχτες εφημερίδες στη στήλη με τα «κοινωνικά». Μισοσβησμένα τσιγάρα τα βράδια ανάμεσα σε σκληρά δάχτυλα, που πονάνε το γυαλί με το θολωμένο ούζο, με το φεγγάρι ν’ ασημώνει τη μαυρίλα της Μόβρης κι ύστερα να γδέρνει τις στέγες των σπιτιών. Ιδρώνουν τα σεντόνια οι στέρφες νύχτες και φάλτσα κλαρίνα καίγονται στο λιγοστό κίτρινο φως, ενώ αργοσβήνει το κουβεντολόι στην πλατεία, που αδειάζει σαν καλοκαιρινό τοπίο τον Σεπτέμβρη. Ξοπίσω σκιές, που δεν ξέρουν με ποιόν να πάνε και ποιόν ν’ αφήσουν… κουράστηκαν να περιμένουν ματαιωμένες αφίξεις και αναχωρήσεις, το σιωπηλό πρόσωπο της Ιστορίας… Ξοπίσω σκιές και μνήμες, από σύντομα καλοκαίρια, που σοβάρεψαν απότομα και βιάστηκαν να συναντήσουν το φθινόπωρο… παρατονισμένες μουσικές από χαλασμένα ηλεκτρόφωνα…
Share:

ΠΗΓΑΔΙΑ, ΠΗΓΑΔΕΣ ΚΑΙ ΣΤΕΡΝΕΣ ΤΟΥ ΡΙΟΛΟΥ

Α. ΠΗΓΑΔΙΑ

(«Ανάθεμα ποιος τα’ ριξε τα μάγια στο πηγάδι…» Δημοτικό τραγούδι)

Ο Ριόλος υδροδοτήθηκε στα τέλη της δεκαετίας του 1960, επί προεδρίας Ανδρέα Τσεκούρα. Το έργο της μεταφοράς του νερού από το Φιλοκάλι στη δεξαμενή του Αγιώργη και της περαιτέρω παροχής του στα νοικοκυριά του χωριού ανέλαβε ο εργολάβος Γιάννης Καράμπελας, ο οποίος αποκλήθηκε «νεροπούλος». Μέχρι τότε οι ανάγκες των κατοίκων (κυρίως για πόσιμο νερό) καλύπτονταν από τα πηγάδια, κοινοτικά (τα περισσότερα εκ των οποίων «διανοίχθηκαν» επί προεδρίας Θεόδωρου Σταθόπουλου, στο δεύτερο μισό της δεκαετίας του 1930, και Χρήστου Παπανικολόπουλου, στη δεκαετία του 1950) και ιδιωτικά, που βρίσκονταν είτε εντός είτε εκτός οικισμού. Σήμερα, όπως είναι φυσικό, τα πηγάδια δεν χρησιμοποιούνται. Ελάχιστα σώζονται ακέραια (σχετικά πρόσφατα, μάλιστα, «αναπαλαιώθηκαν» ορισμένα κοινοτικά πηγάδια εντός οικισμού), ενώ τα περισσότερα είτε παραχώθηκαν, είτε χάσκουν μισοκατεστραμμένα, με γκρεμισμένα τα πετρόχτιστα «φιλιατρά» τους. Δεν είναι πια τόπος συνάντησης των συγχωριανών. Δεν θ’ ακούσεις το αργόσυρτο τραγούδι της ανέμης, ούτε τον σούγλο να πλαταγίζει στο νερό… Τα «γυάλινα πηγάδια» των δημοτικών τραγουδιών, τα στοιχειωμένα πηγάδια τον αλαφροΐσκιωτων ίσως και να στέρεψαν… Αν είχαν στόμα, θα μιλούσαν με τις ώρες για τις ιστορίες που άκουσαν και είδαν : για αθώα και ένοχα μυστικά των παιδιών, για ανομολόγητα «νιτερέσα», για μαλλιοτραβήγματα και κουτσομπολιά, για φλογερές ματιές που υποτάχθηκαν στα πρέπει και έγιναν καημός… Αν είχαν στόμα…
Μαζί με τα πηγάδια χάθηκαν και οι λαϊκοί μάστορες, που είχαν συνδέσει την τέχνη τους με αυτά : Οι ραβδοσκόποι, που εντόπιζαν τη φλέβα του νερού (μια τέτοια σπαρταριστή ιστορία με συγχωριανό ραβδοσκόπο, στην οποία εμπλέκεται και … ραδιενέργεια, μπορεί να σας διηγηθεί η μάνα του Κώστα Νιφορόπουλου)… Οι πηγαδάδες, που έσκαβαν μέχρι να εντοπιστεί το νερό… Οι χτιστάδες πηγαδιών, που ειδικεύονταν στην εσωτερική πλινθοδόμηση των πηγαδιών… οι καθαριστές, που καθάριζαν κάθε φερτή ύλη, που μαζευόταν στον πυθμένα των πηγαδιών και φρόντιζαν για την απολύμανση του νερού (τέτοιος – καθαριστής - υπήρξε ο Μήτσος Καλογερής / Πιτσούνης) … οι νερουλάδες, που βοηθούσαν τους ανήμπορους στην ανέλκυση του νερού από το πηγάδι και τη μεταφορά του στα σπίτια (ιδίως στις αστικές περιοχές).
Παρακάτω επιχειρείται μία κατα(απο)γραφή των πηγαδιών του Ριόλου (ως ελάχιστος φόρος τιμής για το δροσερό νερό τους, που ξεδίψασε την εφηβεία των μεγαλύτερων) με κριτήρια διάκρισης τον κοινοτικό ή ιδιωτικό χαρακτήρα τους και τη θέση τους εντός ή εκτός οικισμού : 1.ΚΟΙΝΟΤΙΚΑ
α) εντός οικισμού :
Καρδάρα («αναπαλαιωμένο»)
Μελιδόνη – Τσεκούρα («αναπαλαιωμένο»)
Μπακαλιό («αναπαλαιωμένο»)
Γκριντέλα («αναπαλαιωμένο»)
Καλογερή (Παραδείσι)
Μαζέϊκα
β) εκτός οικισμού :
Κουβέλι
Καταράχια
Λαμπροφόρα
Τζέρος του Σαγια
Ληνός Πέππα (χωράφι Μπουρλή) 2.ΙΔΙΩΤΙΚΑ
α) εντός οικισμού :
Ανδ(τ)ριοπουλέϊκο
Ουρανίας Αβράμη – Θεοδωροπούλου
Ντίνου Παπαθανίδη – Φιλ. Αθανασόπουλου
Παπανικολακέϊκο
Σακουλιδάριο
«Γουβί» (στο δεντροπερίβολο του Γιάννη Γκριντέλα, που καλλιεργούσε ο μπαρμπα – Γιάννης Οικονομόπουλος, στο Παραδείσι… εκεί όπου σήμερα είναι το νεόχτιστο σπίτι της Ρουμπίνης Ανδριοπούλου… Το αγαπημένο μου! Χαμένο μέσα στη βλάστηση και στις ευωδιές της φύσης! Σκιερό με γάργαρο, δροσερό νερό! Λαχταρούσα να πάμε για νερό, να με φιλέψει φρούτα ο μπάρμπα – Γιάννης, και ας φοβόμουν τις νεράϊδες και τον αράπη…)
β) εκτός οικισμού :
Ανδ(τ)ριοπουλέϊκο (Ψαράδες)
Δημοπουλέϊκο (Λυγερός)
Παν. Πέππα (Πλάτανος)
Μελιδονέϊκο (Πλάτανος)
Χρυσ. Οικονομόπουλου (Μπότσικα)
Χρ. Σκόνδρα (Πλάτανος)
Παύλου Αγγελόπουλου (Πλάτανος)
Παν. Γιαννόπουλου (Μπότσικα)
Θαν. Λάμπρου (Γκούβελος)
Μουρίκη (Ρουπάκια)
Βασιλοβαβαρουτέϊκο (Ρουπάκια)
Δημ. Φωτόπουλου (Μπότσικα)
Καραγιάννη (Γκούβελος)
Βασ. Λάμπρου (Λαμπρόγιαννη)
Ανδρέα Θανασά (Λυγερός)
Ανδρέα Καρδάρα (Λυγερός)
Ηλία Παπανικολάου (Ρουπάκια)
Θαν. Οικονομόπουλου (Μπότσικα / Παπαδέϊκα)
Ανδρέα Λαδά (Λυγερός)
Βαβαρουτέϊκα (Μποστάνια)
Πρεβεζάνου / Κουγέϊκο (Ζέμπα)
Καστανά – Νεζερίτη (Λυγερός)
Τζιλιλέϊκο (Άγια Μονή)
Μπουρλέϊκο (Μπότσικα)
Καρδαρέϊκο (Λυγερός)
Share:

Η ονομασία και αρίθμηση των κοινοτικών οδών

Κι όμως ο Ριόλος είχε οδούς και μάλιστα αριθμημένες. «Λεροί και ασήμαντοι δρόμοι» (πριν καλά καλά ασφαλτοστρωθούν, με χώμα ή χαλίκι και με τα νερά της βροχής να λιμνάζουν …) φόρεσαν «λαμπρά και μεγάλα ονόματα», τους είπαν οδούς και τους αρίθμησαν.



Στις γωνίες των δρόμων τοποθετήθηκαν οι γνωστές μπλε ορθογώνιες πινακίδες και τα σπίτια γέμισαν με αριθμούς. Για την ονοματοδοσία τους συνεισέφεραν ευγενώς – και με θαυμαστή συμμετρία – η αρχαία και η νεώτερη ιστορία (μορφές της αρχαιότητας και ήρωες του 1821), χωρίς ωστόσο να αγνοηθούν και τα τοπωνύμια του χωριού (με έμφαση στις εκκλησίες). Σήμερα (δυστυχώς ή ευτυχώς) δεν σώζεται τίποτα και τέτοιες πινακίδες έχουν συλλεκτική αξία.
Για του λόγου το ασφαλές, το Κοινοτικό Συμβούλιο Ριόλου, με Πρόεδρο τον Ανδρέα Τσεκούρα και συμβούλους τους Γρηγόριο Αθανασόπουλο, Φώτιο Ανδριόπουλο, Χρήστο Βαβαρούτα και Ιωάννη Σπυρόπουλο, με την με αριθμό 20/1969 απόφασή του :
«… Ονομάζει :


1) την Κοινοτικήν πλατείαν εις πλατείαν 21ΗΣ ΑΠΡΙΛΙΟΥ (με την με αριθμό 17/1974 απόφασή του και επί προεδρίας Πέτρου Δημητράκου μετονομάσθηκε σε πλατεία ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ…)
2) Την Κοινοτικήν Οδόν από γεφύρας χειμάρρου Δάφνες διερχομένην δια του κέντρου της Κοινότητος προς Καγκάδι εις οδόν ΘΕΜΙΣΤΟΚΛΕΟΥΣ
3) Την Κοινοτικήν Οδόν από 38 επαρχιακής οδού μέχρι οικίας Σταθοπούλου εις οδόν ΖΑΙΜΗ
4) Την Κοινοτικήν Οδόν από πλατείας προς Αγίαν Βαρβάραν εις οδόν ΑΓ. ΒΑΡΒΑΡΑΣ
5) Την Κοινοτικήν Οδόν από πλατείας προς Κάστρο εις οδόν ΚΑΣΤΡΟΥ
6) Την Κοινοτικήν Οδόν από πλατείας προς οικίαν Μπαγουλή εις οδόν ΘΟΥΚΥΔΙΔΟΥ
7) Την Κοινοτικήν Οδόν την αρχομένην από της οδού Ζαΐμη προς Περιβόλια εις οδόν ΛΥΚΟΥΡΓΟΥ
8) Την Κοινοτικήν Οδόν την αρχομένην από οικίας Κ. Οικονομοπούλου προς συνοικία Πανανικολακέϊκα εις οδόν ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗ
9) Την Κοινοτικήν Οδόν την αρχομένην από της 38 επαρχιακής οδού προς Αγ. Ηλίαν εις οδόν ΚΑΡΑΪΣΚΑΚΗ
10) Την Κοινοτικήν Οδόν την αρχομένην από οικίας Σταθοπούλου προς Λάππα εις οδόν ΠΑΡΑΔΕΙΣΟΥ
11) Την Κοινοτικήν Οδόν την αρχομένην από οικίας Ανδρ. Τσεκούρα προς Αγ. Γεώργιον εις οδόν ΑΓΙΟΥ ΓΕΩΡΓΙΟΥ
12) Συνοικισμός ΜΑΖΕΪΚΑ»
Πάντως θα πρέπει να σημειωθεί ότι στην άνω απόφαση και στην αρίθμηση των οδών που ακολουθεί προστίθενται και οι οδοί ΠΕΡΙΚΛΕΟΥΣ και ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΠΡΟΔΡΟΜΟΥ. Η αρίθμηση των οδών αποκτά ιδιαίτερη αξία, αφού, κάλλιστα, μπορεί να θεωρηθεί ως «εν δυνάμει» απογραφή των κατοικιών του χωριού εκείνη την εποχή.

( Νεοκλής Δημόπουλος )
Share:

OI ΠΡΟΕΔΡΟΙ ΤΗΣ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑΣ ΡΙΟΛΟΥ ΑΠΟ ΤΟ 1927 ΕΩΣ ΤΟ 1998

Ο κατάλογος των Προέδρων της Κοινότητας Ριόλου, που ακολουθεί, εκτείνεται από το 1927 μέχρι και την κατάργησή της το 1998 (δυνάμει του Ν. 2539/1997, γνωστού και ως «Καποδίστριας») και βασίστηκε στα Βιβλία των Πρακτικών του Κοινοτικού Συμβουλίου της Κοινότητας, (τα οποία είναι ανεκτίμητη πηγή - δυστυχώς όχι αξιοποιημένη - για την ιστορία του χωριού). Είναι, λοιπόν, φυσικό, με εξαίρεση τα μεταπολιτευτικά χρόνια, να παρουσιάζονται ελλείψεις σχετικά με τον ακριβή χρόνο έναρξης και λήξης της θητείας των Προέδρων, αφού η ασφαλής χρονολογική οριοθέτηση της θητείας τους θα προέκυπτε είτε από Πρακτικά ορκωμοσίας τους είτε από τα Πρακτικά που συντάσσονται μετά από κάθε εκλογική αναμέτρηση (τα οποία είναι δυσεύρετα). Στον κατάλογο που ακολουθεί δίπλα στο όνομα του κάθε Προέδρου σημειώνεται η ημερομηνία έναρξης της θητείας του, που συμπίπτει με την πρώτη φορά που αναφέρεται στα εν λόγω βιβλία με το αξίωμα αυτό. Επίσης θα πρέπει να επισημανθεί ότι λόγω έλλειψης των σχετικών Πρακτικών δεν μπορεί να εντοπιστεί η λήξη της θητείας της προεδρίας των Ιωάννη Πρεβεζάνου και Ανδρέα Τσεκούρα και η έναρξη της θητείας της προεδρίας των Ιωάννη Σπυρόπουλου και Χρήστου Βαβαρούτα, αντιστοίχως. Τέλος, θα ήθελα να ευχαριστήσω για την βοήθεια που προσέφεραν τους : Κώστα Μπακάλη (πρόεδρο της τοπικής κοινότητας Ριόλου, που μου εμπιστεύθηκε τα βιβλία των Πρακτικών), Κώστα Νιφορόπουλο και Γιάννη Ανδρ. Νιφορόπουλο.
Νικόλαος Οικονομόπουλος 30/6/1927
Δημήτριος Λαδάς ή Ορφανός 23/11/1928
Χαρίλαος Γκριντέλας 11/9/1929
Θεόδωρος Σταθόπουλος 30/8/1931
Χαρίλαος Γκριντέλας 1/9/1932
Βασίλειος Μπαγουλής 7/1/1935
Χαρίλαος Γκριντέλας 16/2/1936
Νικόλαος Γαλανόπουλος 24/1/1937
Θεόδωρος Σταθόπουλος 9/3/1938
Κων/νος Ανδριόπουλος 26/3/1940
Ιωάννης Πρεβεζάνος 23/9/1942
Ιωάννης Σπυρόπουλος 22/4/1945
Βασίλειος Μπαγουλής 22/7/1945
Χρήστος Παπανικολόπουλος 26/2/1946
Βασίλειος Μπαγουλής 18/8/1946
Δημήτριος Λαδάς ή Ορφανός 14/11/1949
Χρήστος Παπανικολόπουλος 21/5/1951
Ανδρέας Τσεκούρας 17/5/1959
Χρήστος Βαβαρούτας 8/5/1973
Πέτρος Δημητράκος 16/10/1974
Βασίλειος Παπαγεωργακόπουλος 1/6/1975
Περικλής Δημόπουλος 1/1/1983
Χρήστος Βαβαρούτας 1/1/1987
Ρήγας Θανασάς 1/1/1991
Νικόλαος Καρδάρας 1/1/1995
Όπως εύκολα προκύπτει από τον παραπάνω κατάλογο, ο μακροβιότερος πρόεδρος της κοινότητας (για το χρονικό διάστημα 1927-1998) υπήρξε ο Ανδρέας Τσεκούρας, τον οποίο ακολουθούν οι Χρήστος Παπανικολόπουλος, Βασίλειος Παπαγεωργακόπουλος, Χρήστος Βαβαρούτας, Χαρίλαος Γκριντέλας και Βασίλειος Μπαγουλής.

( Νεοκλής Δημόπουλος )
Share:

Ο ΠΛΗΘΥΣΜΟΣ ΤΟΥ ΡΙΟΛΟΥ ΜΕ ΒΑΣΗ ΑΠΟΓΡΑΦΕΣ ΑΠΟ ΤΟ 1920 ΕΩΣ ΤΟ 2011




Ο πληθυσμός του Ριόλου, με βάση τα ψηφιοποιημένα αρχεία της Στατιστικής Υπηρεσίας (Αρχής), είτε ως Κοινότητας (στις απογραφές του 1920, 1928, 1940, 1951, 1961, 1971, 1981 και 1991) είτε ως Δημοτικού Διαμερίσματος (στην απογραφή του 2001) είτε ως Τοπικής Κοινότητας (στην απογραφή του 2011), διαμορφώνεται ως εξής :

1920: 628 κάτοικοι

1928: 826 κάτοικοι [Ριόλος : 661 (άρρενες : 323, θήλεις : 338), Απιδεώνας : 165]

1940: 1121 κάτοικοι [Ριόλος : 825 (άρρενες : 393, θήλεις : 432), Απιδεώνας: 296]

1951: 896 κάτοικοι

1961: 863 κάτοικοι (άρρενες : 433, θήλεις : 430)

1971: 806 κάτοικοι (Ριόλος : 733, Μαζέϊκα : 73)

1981: 757 κάτοικοι (Ριόλος : 727, Μαζέϊκα : 30)

1991 : 725 κάτοικοι (Ριόλος : 708, Μαζέϊκα : 17)

2001: 798 κάτοικοι

2011: 545 κάτοικοι (Ριόλος : 528, Μαζέϊκα : 17)

Παρατηρήσεις :

1) Ο πληθυσμός του Ριόλου ακολουθεί μια συνεχή αυξητική τάση από την απογραφή του 1920 μέχρι την απογραφή του 1951 και από τότε μειώνεται συνεχώς, με εξαίρεση την απογραφή του 2001, στην οποία εμφανίζεται αύξηση του πληθυσμού σε σχέση με την προηγούμενη (1991). Το χωριό εμφανίζει το μεγαλύτερο πληθυσμό στην απογραφή του 1951 (896 κάτοικοι), αφού οι 1121 κάτοικοι στην απογραφή του 1940 συμπεριλαμβάνουν και τους 296 κατοίκους του Απιδεώνα. Ο μικρότερος πληθυσμός καταγράφεται στην τελευταία απογραφή του 2011 (545 κάτοικοι), στην οποία παρουσιάζεται μειωμένος σε σχέση με την προηγούμενη (2001) κατά ποσοστό 31,7%!!! Επειδή αυτή η μείωση είναι αφύσικη και δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα, το πιθανότερο είναι να οφείλεται σε πλημμέλειες των απογραφέων ή στη λανθασμένη επεξεργασία των στοιχείων (αθάνατα greek statistics…). Όπως και να έχει όμως το πράγμα, ο Ριόλος εμφανίζεται στα επίσημα κιτάπια ως μικρό (και συρρικνούμενο) πληθυσμιακό μέγεθος, γεγονός που ίσως έχει αρνητικές συνέπειες σε πολλά ζητήματα…

2. Ο Ριόλος δεν εμφανίζει μείωση του πληθυσμού του μεταξύ των απογραφών του 1940 και 1951 (απεναντίας σημειώνεται αύξηση), σε αντίθεση με πολλά χωριά της Ελλάδας (ιδίως ορεινά) που υπέστησαν αιμορραγία λόγω των δραματικών γεγονότων της δεκαετίας του 40 (της κατοχής και του εμφυλίου). Επίσης, ο Ριόλος δεν φαίνεται να έχει επηρεασθεί ιδιαίτερα από το κύμα της μετανάστευσης και της αστυφιλίας, που συμπλήρωσαν την ερήμωση της υπαίθρου, αφού μεταξύ 1951 και 1971 ο πληθυσμός του εμφανίζει μικρή μείωση της τάξης του 10%.

3. Από την απογραφή του 2001 αντλούμε τα εξής στοιχεία : Ο Ριόλος κατατάσσεται στα πεδινά (αγροτικά) Διαμερίσματα με μεσοσταθμικό υψόμετρο 100 μ., η επιφάνειά του (κτηματική περιφέρεια;) ανέρχεται στα 11.978 τ.χλμ (ξεπερνά μόνο τα Δημοτικά Διαμερίσματα Απιδεώνα, Καγκαδίου και Πέττα του τότε Δήμου Λαρίσ(σ)ου) και έχει πυκνότητα 66,62 κατοίκους ανά τ.χλμ και είναι το δεύτερο πιο πυκνοκατοικημένο Δημοτικό Διαμέρισμα μετά τον Απιδεώνα (75 κάτοικοι ανά τ.χλμ).

4. Από την απογραφή του 1961 μαθαίνουμε ότι : Α) Η ηλικιακή ¨διαστρωμάτωση¨ του πληθυσμού έχει ως εξής : α) 0-4 ετών : 88 (άρρενες 47, θήλεις 41), β) 5-14 ετών : 151 (άρρενες 91, θήλεις 60), γ) 15-44 ετών : 354 (άρρενες 162,θήλεις 192), δ) 45-64 ετών : 213 (άρρενες 102, θήλεις 111) και ε) 65 ετών και άνω : 57 (άρρενες 31, θήλεις 26). Β) Από το σύνολο του πληθυσμού (863 κάτοικοι) απογράφηκαν ως έγγαμοι 174 άρρενες και 160 θήλεις. Γ) Οι «αγράμματοι και μη δηλώσαντες παίδευσιν» στην ηλικιακή ομάδα 10-44 ετών ανέρχονται σε 41 (άρρενες 11, θήλεις 30) ενώ στην ηλικιακή ομάδα 45 ετών και άνω ανέρχονται σε 87 (άρρενες 15, θήλεις 72), ήτοι ποσοστό αγραμμάτων 14,83%, Δ) «Οικονομικώς ενεργοί» δηλώνουν 379 κάτοικοι (άρρενες 279, θήλεις 100), δηλαδή αρκετά λιγότεροι από τους μισούς, από τους οποίους 323 (239 άρρενες και 84 θήλεις) απασχολούνται στη γεωργία και κτηνοτροφία, ενώ ως «οικονομικώς μη ενεργοί» απογράφονται 304 κάτοικοι (57 άρρενες και 247 θήλεις), χωρίς ωστόσο να μπορεί να εξηγηθεί η διαφορά που υπάρχει ανάμεσα στον συνολικό πληθυσμό και στο άθροισμα των «οικονομικώς ενεργών και μη ενεργών» κατοίκων.

5. Στις απογραφές που διενεργήθηκαν μεταξύ 1830 και 1920, ο Ριόλος απογράφεται ως τμήμα του τότε Δήμου Δύμης και δεν υπήρχε κάποια ιδιαίτερη αναφορά στα προσβάσιμα ψηφιοποιημένα αρχεία. Πληροφορίες για την πληθυσμιακή εξέλιξη του Ριόλου, αλλά και για τις διοικητικές μεταβολές που μεσολάβησαν για τα προ του 1920 χρόνια βρίσκονται στην «εργασία» του Νικολάου Δημ. Φωτόπουλου (βλ. panmovriakos.gr/index.php/2012-05-04-00-08-29?showall=1), στον οποίο ανήκει η πρώτη προσπάθεια (αλλά και οι έπαινοι) καταγραφής της ιστορίας του χωριού. Στην ανάρτηση αυτή υπάρχουν πληροφορίες για τον πληθυσμό του Ριόλου όχι μόνο για την περίοδο 1830-1920, αλλά και για τον 18ο αιώνα (κ συγκεκριμένα για τα έτη 1700 και 1713).

( Νεοκλής Δημόπουλος )
Share:

Ντοπιολαλιά

Σε αυτήν την ανάρτηση επιχειρείται η καταγραφή απανθισμάτων της "ντοπιολαλιάς", δηλαδή των λέξεων που χρησιμοποιούνται στην καθομιλούμενη λαϊκή γλώσσα, στις περιοχές της υπαίθρου της Πελοποννήσου.










 Αν βρεθείτε στο χωριό μας,πολλές από τις λέξεις προφέρονται ακόμη και σήμερα..
Share:

Γεωγραφία

Ο Ριόλος είναι ένα χωριό,μια κοινότητα στη δημοτική μονάδα Λάρισσος της Αχαΐας. Βρίσκεται στην βορειοδυτική άκρη των λόφων Μόβρης, 4 χλμ. Βόρεια του χωριού Ματαράγκα, 3 χλμ. Νοτιοδυτικά του χωριού Κρίνος, 6 χλμ. Νοτιοανατολικά του χωριού Λάππα και 32 χλμ. Νοτιοδυτικά της Πάτρας. Το 2001 ο Ριόλος είχε πληθυσμό 801 κατοίκων για το χωριό και 810 για την κοινότητα, που περιλαμβάνει το μικρό χωριό Μαζαίκα. Ο ποταμός Λάρισσος ρέει νοτιοδυτικά του χωριού.


Share:

Κυριακή 11 Ιουνίου 2017

Δεκαετία του '90

Ιστορική αναδρομή μέσα από σπάνιο φωτογραφικό υλικό για την ποδοσφαιρική ομάδα του χωριού,γνωστή ως Πανμοβριακός,στην δεκαετία του 1990.



Share:

Δεκαετία του '80

Ιστορική αναδρομή μέσα από σπάνιο φωτογραφικό υλικό για την ποδοσφαιρική ομάδα του χωριού,γνωστή ως Πανμοβριακός,στην δεκαετία του 1980.



Share:

ΡΕΤΡΌ ΦΩΤΟΓΡΑΦΊΕΣ ΠΑΝΜΟΒΡΙΑΚΟΎ

Στην πορεία των χρόνων από κάθε ομάδα πέρασαν εκατοντάδες ποδοσφαιριστές. Άλλοι έκαναν αίσθηση με την απόδοσή τους, άλλοι με την αδιαφορία τους. Άλλοι λατρεύτηκαν και μνημονεύονται μέχρι σήμερα, άλλοι παρότι είχαν τις προδιαγραφές πέρασαν και δεν... ακούμπησαν.



πανηγυρισμοί για την άνοδο της ομάδας πρώτη φορά στην Α' κατηγορία
Share:

Η Ριολίτισσα Αγρότισσα

Η Ριολίτισσα Αγρότισσα
Η θέση της γυναίκας

Συνολικές προβολές σελίδας